Την νύχτα της 14 προς 15 Ιουλίου 1891, 11 ληστές και πέντε κολαούζοι μπήκαν στο προαύλιο του σπιτιού των Πλακιδαίων, και με τσεκούρια έσπασαν τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού.

Οι ληστές μπήκαν μέσα καθ όσον το σπίτι δεν διέθετε φύλακες επειδή οι ιδιοκτήτες το θεωρούσαν απαραβίαστο και συνέλαβαν τον γέροντα Ανδρέα Πλακίδα.

Αφήρεσαν κοσμήματα αξίας 250 οθωμανικών λιρών και αφού πήραν και 500 λίρες ζήτησαν να πάρουν μαζί τους αιχμαλώτους την Αλεξάνδρα, θυγατέρα του Ανδρέα Πλακίδα και σύζυγο του Λεωνίδα Γεωργίτση, γιατρού από το Δίκορφο Ζαγορίου, και την Ευγενία, σύζυγο του Ευγένιου Πλακίδα με σκοπό τα λύτρα.

Ο δωδεκαετής τότε Περικλής Γεωργίτσης, γιος του Λεωνίδα Γεωργίτση, πρότεινε στους ληστές να πάρουν αυτόν αιχμάλωτο αντί της μητέρας του Αλεξάνδρας διότι αυτή είχε να φροντίσει την μικρότερη αδελφή του Ιφιγένεια, η οποία έκλεγε…

Οι ληστές θεώρησαν συμφέρουσα την προτεινόμενη ανταλλαγή και αφού πήραν μαζί τους την Ευγενία και τον μικρό Περικλή και έναν υπηρέτη, το Χρήστο, έφυγαν προς τα βουνά της Αστράκας.

Στην αρχή οι απαιτήσεις των ληστών για την απελευθέρωση των ομήρων ήταν 15000 λίρες. Το ποσόν αυτό φάνηκε υπέρογκο και οι ληστές κατέβασαν τα λύτρα στις 8000 λίρες και από μια δωδεκάδα ρολόγια χρυσά, γελέκα σταυρωτά τσόχινα, σελάχια, φουστανέλες και δύο τηλεσκόπια.

Άφησαν τους ομήρους σε μια σπηλιά φρουρούμενους από δύο ληστές και οι υπόλοιποι καταδιωκόμενοι από Τουρκικά αποσπάσματα έφυγαν από βουνό σε βουνό, προς το Ηλιοχώρι, την Λάιστα, το Φλαμπουράρι, το Μέτσοβο και καταλήξανε στο Περτούλι, όπως αναφέρεται σε κάποια αφήγηση.

Μετά από διαπραγματεύσεις των απαγωγέων με τον Λεωνίδα Γεωργίτση, το ποσόν κατέβηκε στις 1500 λίρες τις οποίες πήραν οι απαγωγείς μαζί με τα άλλα είδη που ζητήσανε και την 4 Αυγούστου αφήσαν τους αιχμαλώτους ελεύθερους μετά από 21 ημέρες ομηρίας.